Eίναι φορές που δεν μπορούμε να καταλάβουμε πού η αλήθεια και πού το ψέμα. Ένας ολόσωμος καθρέφτης όμως λέει πάντα την αλήθεια...Θα το δούμε σ' ένα πολύ ιδιαίτερο διήγημα της Έφης Γεωργίου!
Ολόσωμος καθρέφτης-ΕΦΗ ΓΕΩΡΓΙΟΥ
Πονώ. Όλο μου το σώμα. Τα πόδια μου δεν τα νιώθω. Τι έγινε; Θυμάμαι να δίνω εντολή στον λοχία Γιώργο να οδηγήσει τον λόχο πίσω από το ύψωμα. Βλέπω τους εχθρούς να έρχονται. Εννοείται ότι ακούγονται αεροπλάνα να περνούν συνέχεια από πάνω μας και δεν είναι δικά μας. Μετά κενό.
Και να ‘μαι τώρα εδώ ξαπλωμένος ανάσκελα, βαριά τραυματισμένος. Δεν μπορώ να κουνηθώ, το σώμα μου είναι γεμάτο πληγές και πονώ αφόρητα. Μόνο το κεφάλι μου μπορώ να κουνήσω. Το σηκώνω όσο μπορώ από το έδαφος και βλέπω τους στρατιώτες μου πεσμένους στο έδαφος. Πληγωμένους, πεθαμένους; Δεν ξέρω…
Πέρασαν οι εχθροί από πάνω μας. Αναγνωρίζω τον Νίκο και τον Χάρη.
«Νίκο τι έγινε; Νίκο! Χάρη απάντα μου, σε διατάζω!»
Σιωπή. Τίποτα. Πέθαναν. Λίγο πιο πέρα βλέπω κι άλλους ,αλλά δεν τους αναγνωρίζω. Τα πρόσωπά τους είναι βουτηγμένα στο αίμα.
«Είναι κανείς ζωντανός; Με ακούει κανείς; Ας μου απαντήσει κάποιος», φωνάζω κλαίγοντας.
Τους σκότωσαν! Όλους τους σκότωσαν! Μόνο εγώ είμαι ακόμα ζωντανός.
Άρχισε να νυχτώνει. Θα περιμένω να ξημερώσει και θα δω τι θα κάνω. Έγειρα το κεφάλι μου δεξιά. Δεν κατάλαβα αν κοιμήθηκα ή λιποθύμησα από τον πόνο. Τελικά κοιμήθηκα.
Ξημέρωσε. Νιώθω κάτι να ακουμπά το αριστερό μου χέρι και ανοίγω τα μάτια. Βλέπω έναν γκρίζο λύκο από πάνω μου, αγριεμένο να με κοιτάζει και να μου δείχνει τα δόντια του. Γέρνει το κεφάλι του από πάνω μου και αρχίζει να με κατασπαράζει. Σε κάθε δαγκωματιά νιώθω τα δόντια του να τρυπούν το δέρμα μου, να μπαίνουν βαθιά κόβοντας τις ίνες της σάρκας μου και τραβώντας με δύναμη να ξεσκίζουν λίγο λίγο το κορμί μου. Με μασούσε με πολλή όρεξη. Ή πεινούσε πολύ ή είμαι πολύ νόστιμος ή και τα δύο. Έφαγε πολλά κομμάτια από τη σάρκα μου, αλλά είμαι ακόμα ζωντανός. Δεν έφαγε την καρδιά και το μυαλό μου, γι’ αυτό μπορώ και σας αφηγούμαι τι συμβαίνει. Συνεχίζει να μου αφαιρεί κομμάτια και να τα τρώει. Το αίμα μου έτρεχε πολύ. Όταν έφτασε στο στέρνο μου και φάνηκε η καρδιά μου, σταμάτησε ,γύρισε και με κοίταξε.
«Τι έγινε λύκε, γιατί σταμάτησες; Φάε και την καρδιά μου να τελειώνουμε», του λέω.
Με ακουμπά κάπου εκεί στην καρδιά και μου χαϊδεύει τα μαλλιά.
«Μανώλη, αγάπη μου ξύπνα! Σήκω να ετοιμαστείς. Σε μια ώρα πρέπει να είμαστε στο αεροδρόμιο. Δε θέλω ο γιος μας να περιμένει.»
Σηκώνομαι απότομα από το κρεβάτι και στέκομαι μπροστά στον ολόσωμο καθρέφτη της γυναίκας μου, που βρίσκεται στη μέση του δωματίου. Βλέπω ότι δε λείπει κανένα κομμάτι από το σώμα μου. Χέρια, πόδια, κοιλιά , πλάτη ..Όλα τα βλέπω. Πλύθηκα και ντύθηκα. Τώρα οδηγώ για το αεροδρόμιο ευτυχισμένος.
Βιογραφικό σημείωμα
Η Έφη Γεωργίου (Effie Georgiou) γεννήθηκε στη Λεμεσό της Κύπρου. Σπούδασε γραφιστική και διακόσμηση στo Vakalo Art & Design College στην Αθήνα. Εργάστηκε ως σχεδιάστρια σε αρχιτεκτονικό γραφείο και διευθύντρια στην επιχείρηση του πατέρα της. Με τη λογοτεχνία ασχολείται τα τελευταία χρόνια. Έχουν δημοσιευθεί ποιήματά της σε Ανθολόγια. Έχει απαγγείλει ποιήματα και διαβάσει διηγήματά της σε σημαντικές εκδηλώσεις- αφιερώματα που γίνονται στο νησί. Παίζει ερασιτεχνικά θέατρο και ασχολείται με τη ζωγραφική, τα ψηφιδωτά και το βιτρώ. Αγαπημένα χρώματα η ώχρα και το πράσινο.