Σήμερα, στις 18 Μαρτίου, έχει γενέθλια ο μεγάλος μας συνθέτης Γιάννης Μαρκόπουλος. Θα του ευχηθούμε ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ ΚΙ ΕΥΤΥΧΙΣΜΕΝΑ! Θα ταξιδέψουμε με πέντε αναλλοίωτα στον χρόνο τραγούδια του!
Ελλάδα ( Λένγκω )
Στίχοι: ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΑΡΚΟΠΟΥΛΟΣ
Μουσική: ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΑΡΚΟΠΟΥΛΟΣ
Ερμηνεία: ΧΑΡΙΣ ΑΛΕΞΙΟΥ
Στην κυρά μάνα μας μη δίνετε βοήθεια
ούτε μαγκούρα στο προσκέφαλο σιμά
γιατί θα δέρνει κάθε μέρα τα παιδιά της
κι όταν μιλάω θα με λέει αληταρά
κι αν δέρνει κάθε που γουστάρει τα παιδιά της
θα καταντήσουνε εμπόροι δουλικοί
τα νιάτα χάνονται στα βρόμικα σοκάκια
για να μετρήσουν με το μπόι τους τη γη
Λένγκω, Λένγκω, Λένγκω
πάψε να με κυβερνάς
Λένγκω, Λένγκω, Λένγκω
πάψε να με τυραννάς
Κι αν θέλω τώρα να ακούγεται η φωνή μου
με πιάνει τρόμος από ίσκιους μακρινούς
χρυσάφι μοιάζει η συντροφιά σου στη ζωή μου
κι η ομορφιά σου μου γιατρεύει τους καημούς
ρε μπάρμπα κάτσε να μας πεις μια ιστορία
πως ήταν τότες η μανούλα μας παλιά
έπεφτε ξύλο σαν γινόταν φασαρία
ή σας νανούριζε με χάδια και φιλιά
Λένγκω, Λένγκω, Λένγκω
μου σπαράζεις την καρδιά
Λένγκω, Λένγκω, Λένγκω
μου πληγώνεις τη χαρά
Κι ο μπάρμπας τότε σοβαρεύτηκε λιγάκι
την κούτρα ξύνει και παράγγειλε καφέ
μητέρα είπε ήταν ένα κοριτσάκι
που ορφανό μάζευε άνθη σε μπαξέ
τ’άνθη στολίζαν το αγέρωχο κεφάλι
μα όταν κοιμόταν πάλι πέφτανε στη γη
κι από τα λούλουδα που ο χάρος είχε βάλει
εμένα κράτησε να βλέπω τη ζωή
Λένγκω, Λένγκω, Λένγκω, Λένγκω
μου’χεις φάει την ψυχή
Λένγκω, Λένγκω, Λένγκω
φίλοι θα βρεθούμε όλοι μαζί
Αυτή παιδιά μου ήταν τότες η μανούλα
ο κήπος ύστερα εγέμισε ληστές
το κοριτσάκι μας το ντύσανε γριούλα
κι απ’τα κουρέλια φαινότανε οι πληγές
κι αν μας χτυπάει με μανία και φωνάζει
τη βάζουν άλλοι με συμφέροντα πολλά
το όνειρο που φεύγει την τρομάζει
να αναζητάει μια χαμένη ελευτεριά
Λένγκω, Λένγκω, Λένγκω μάνα
στο καμίνι της φωτιάς
Λένγκω, Λένγκω, Λένγκω μάνα
πες μας πάλι τι ζητάς
ούτε μαγκούρα στο προσκέφαλο σιμά
γιατί θα δέρνει κάθε μέρα τα παιδιά της
κι όταν μιλάω θα με λέει αληταρά
κι αν δέρνει κάθε που γουστάρει τα παιδιά της
θα καταντήσουνε εμπόροι δουλικοί
τα νιάτα χάνονται στα βρόμικα σοκάκια
για να μετρήσουν με το μπόι τους τη γη
Λένγκω, Λένγκω, Λένγκω
πάψε να με κυβερνάς
Λένγκω, Λένγκω, Λένγκω
πάψε να με τυραννάς
Κι αν θέλω τώρα να ακούγεται η φωνή μου
με πιάνει τρόμος από ίσκιους μακρινούς
χρυσάφι μοιάζει η συντροφιά σου στη ζωή μου
κι η ομορφιά σου μου γιατρεύει τους καημούς
ρε μπάρμπα κάτσε να μας πεις μια ιστορία
πως ήταν τότες η μανούλα μας παλιά
έπεφτε ξύλο σαν γινόταν φασαρία
ή σας νανούριζε με χάδια και φιλιά
Λένγκω, Λένγκω, Λένγκω
μου σπαράζεις την καρδιά
Λένγκω, Λένγκω, Λένγκω
μου πληγώνεις τη χαρά
Κι ο μπάρμπας τότε σοβαρεύτηκε λιγάκι
την κούτρα ξύνει και παράγγειλε καφέ
μητέρα είπε ήταν ένα κοριτσάκι
που ορφανό μάζευε άνθη σε μπαξέ
τ’άνθη στολίζαν το αγέρωχο κεφάλι
μα όταν κοιμόταν πάλι πέφτανε στη γη
κι από τα λούλουδα που ο χάρος είχε βάλει
εμένα κράτησε να βλέπω τη ζωή
Λένγκω, Λένγκω, Λένγκω, Λένγκω
μου’χεις φάει την ψυχή
Λένγκω, Λένγκω, Λένγκω
φίλοι θα βρεθούμε όλοι μαζί
Αυτή παιδιά μου ήταν τότες η μανούλα
ο κήπος ύστερα εγέμισε ληστές
το κοριτσάκι μας το ντύσανε γριούλα
κι απ’τα κουρέλια φαινότανε οι πληγές
κι αν μας χτυπάει με μανία και φωνάζει
τη βάζουν άλλοι με συμφέροντα πολλά
το όνειρο που φεύγει την τρομάζει
να αναζητάει μια χαμένη ελευτεριά
Λένγκω, Λένγκω, Λένγκω μάνα
στο καμίνι της φωτιάς
Λένγκω, Λένγκω, Λένγκω μάνα
πες μας πάλι τι ζητάς
Την εικόνα σου ( Χρώματα κι αρώματα )
Στίχοι: ΜΙΧΑΛΗΣ ΚΑΤΣΑΡΟΣ
Μουσική: ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΑΡΚΟΠΟΥΛΟΣ
Ερμηνεία: ΝΙΚΟΣ ΞΥΛΟΥΡΗΣ
Την εικόνα σου σεβάστηκα,
στη φλόγα δεν εκράτησα.
Την εικόνα την καλή
θα σου φέρω μιαν αυγή.
Χρώματα, χρώματα,
άσε τα καμώματα.
Χρώματα, χρώματα,
χρώματα κι αρώματα.
Την εικόνα σου σεβάστηκα
και κράτησα,
και τα χέρια μου θα ενώσω
πριν στη ζητιανιά τη δώσω.
Χρώματα, χρώματα,
χρώματα κι αρώματα.
Χρώματα, χρώματα,
άσε τα καμώματα.
στη φλόγα δεν εκράτησα.
Την εικόνα την καλή
θα σου φέρω μιαν αυγή.
Χρώματα, χρώματα,
άσε τα καμώματα.
Χρώματα, χρώματα,
χρώματα κι αρώματα.
Την εικόνα σου σεβάστηκα
και κράτησα,
και τα χέρια μου θα ενώσω
πριν στη ζητιανιά τη δώσω.
Χρώματα, χρώματα,
χρώματα κι αρώματα.
Χρώματα, χρώματα,
άσε τα καμώματα.
Τα λόγια και τα χρόνια
Στίχοι: ΜΑΝΟΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ
Μουσική: ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΑΡΚΟΠΟΥΛΟΣ
Ερμηνεία: ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΓΑΡΓΑΝΟΥΡΑΚΗΣ
Τα λόγια και τα χρόνια τα χαμένα
και τους καημούς που σκέπασε καπνός
η ξενιτιά τα βρήκε αδελφωμένα
Κι οι ξαφνικές χαρές που ήρθαν για μένα
ήταν σε δάσος μαύρο κεραυνός
κι οι λογισμοί που μπόρεσα για σένα
Και σου μιλώ σ’ αυλές και σε μπαλκόνια
και σε χαμένους κήπους του Θεού
κι όλο θαρρώ πως έρχονται τ’ αηδόνια
με τα χαμένα λόγια και τα χρόνια
εκεί που πρώτα ήσουνα παντού
και τώρα μες στο κρύο και στα χιόνια
Η μοίρα κι ο καιρός το 'χαν ορίσει
στον κόσμο αυτό να ρίξω πετονιά
κι η νύχτα χίλια χρόνια να γυρίσει
Στο τέλος της γιορτής να τραγουδήσει
αυτός που δεν εγνώρισε γενιά
και του καημού την πόρτα να χτυπήσει
και του καημού την πόρτα να χτυπήσει
και του καημού την πόρτα να χτυπήσει
Δεν ήτανε ρολόι σταματημένο
σε ρημαγμένο κι άδειο σπιτικό
οι δρόμοι που με πήραν και προσμένω
Τα λόγια που δεν ξέρω σου τα δένω
με τους ανθρώπους που 'δαν το κακό
και το 'χουν στ’ όνομά τους κεντημένο
Αυτός που σπέρνει δάκρυα και πόνο
θερίζει την αυγή ωκεανό
μαύρα πουλιά τού δείχνουνε το δρόμο
Κι έχει τη ζωγραφιά κοντά στον ώμο,
σημάδι μυστικό και ριζικό
πως ξέφυγε απ’ τον Άδη κι απ’ τον κόσμο
Η μοίρα κι ο καιρός...
και τους καημούς που σκέπασε καπνός
η ξενιτιά τα βρήκε αδελφωμένα
Κι οι ξαφνικές χαρές που ήρθαν για μένα
ήταν σε δάσος μαύρο κεραυνός
κι οι λογισμοί που μπόρεσα για σένα
Και σου μιλώ σ’ αυλές και σε μπαλκόνια
και σε χαμένους κήπους του Θεού
κι όλο θαρρώ πως έρχονται τ’ αηδόνια
με τα χαμένα λόγια και τα χρόνια
εκεί που πρώτα ήσουνα παντού
και τώρα μες στο κρύο και στα χιόνια
Η μοίρα κι ο καιρός το 'χαν ορίσει
στον κόσμο αυτό να ρίξω πετονιά
κι η νύχτα χίλια χρόνια να γυρίσει
Στο τέλος της γιορτής να τραγουδήσει
αυτός που δεν εγνώρισε γενιά
και του καημού την πόρτα να χτυπήσει
και του καημού την πόρτα να χτυπήσει
και του καημού την πόρτα να χτυπήσει
Δεν ήτανε ρολόι σταματημένο
σε ρημαγμένο κι άδειο σπιτικό
οι δρόμοι που με πήραν και προσμένω
Τα λόγια που δεν ξέρω σου τα δένω
με τους ανθρώπους που 'δαν το κακό
και το 'χουν στ’ όνομά τους κεντημένο
Αυτός που σπέρνει δάκρυα και πόνο
θερίζει την αυγή ωκεανό
μαύρα πουλιά τού δείχνουνε το δρόμο
Κι έχει τη ζωγραφιά κοντά στον ώμο,
σημάδι μυστικό και ριζικό
πως ξέφυγε απ’ τον Άδη κι απ’ τον κόσμο
Η μοίρα κι ο καιρός...
Πέρα από τη θάλασσα
Στίχοι: ΕΡΡΙΚΟΣ ΘΑΛΑΣΣΙΝΟΣ
Μουσική: ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΑΡΚΟΠΟΥΛΟΣ
Ερμηνεία: ΒΙΚΥ ΜΟΣΧΟΛΙΟΥ
Τον ήλιο είχες αγκαλιά
βασιλικό στο χέρι
και προς το μέρος της καρδιάς
κάτασπρο περιστέρι.
Πέρα από τη θάλασσα, πέρα από τα δάση
βρήκα την αγάπη μου που την είχα χάσει.
Πέρασαν τα όνειρα, πέρασαν τα πάθη
έλαμψε σαν άνοιξη η δική σου αγάπη.
Το Μάη είχες στα μαλλιά
γαρίφαλο στα χείλη
στα μάτια και στο μέτωπο
την ομορφιά τ’ Απρίλη.
βασιλικό στο χέρι
και προς το μέρος της καρδιάς
κάτασπρο περιστέρι.
Πέρα από τη θάλασσα, πέρα από τα δάση
βρήκα την αγάπη μου που την είχα χάσει.
Πέρασαν τα όνειρα, πέρασαν τα πάθη
έλαμψε σαν άνοιξη η δική σου αγάπη.
Το Μάη είχες στα μαλλιά
γαρίφαλο στα χείλη
στα μάτια και στο μέτωπο
την ομορφιά τ’ Απρίλη.
Παραπονεμένα λόγια
Στίχοι: ΜΑΝΟΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ
Μουσική: ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΑΡΚΟΠΟΥΛΟΣ
Ερμηνεία: ΓΙΩΡΓΟΣ ΝΤΑΛΑΡΑΣ
Παραπονεμένα λόγια
έχουν τα τραγούδια μας
γιατί τ’ άδικο το ζούμε
μέσα από την κούνια μας
Το σεργιάνι μας στον κόσμο
ήταν δέκα μέτρα γης
όσο πιάνει ένα σπίτι
και ο τοίχος μιας αυλής
Παραπονεμένα λόγια
έχουν τα τραγούδια μας
γιατί τ’ άδικο το ζούμε
μέσα από την κούνια μας
έχουν τα τραγούδια μας
γιατί τ’ άδικο το ζούμε
μέσα από την κούνια μας
Το σεργιάνι μας στον κόσμο
ήταν δέκα μέτρα γης
όσο πιάνει ένα σπίτι
και ο τοίχος μιας αυλής
Παραπονεμένα λόγια
έχουν τα τραγούδια μας
γιατί τ’ άδικο το ζούμε
μέσα από την κούνια μας