Η Τριάδα Ζερβού είναι μία από τις ποιήτριες που γνώρισα στο διαδίκτυο. Αμέσως μου έκανε εντύπωση η άριστη τεχνική της, τα βαθιά νοήματα, η πρωτοτυπία στη θεματολογία. Χαίρομαι πάρα πολύ που σήμερα παρουσιάζω εφτά ποιήματά της!
Το μοσχολίβανο της γης
Mε τα φτερά της σκέψης μου το πλοίο μου αρμενίζει,
είμαι ορθή στην κουπαστή,μια πλανεμένη κόρη!
Μετρώ το πλάτος της σκιάς,γλάρου που φτερουγίζει,
ανέμελα στα ξάρτια του,στην ξακουστή του πλώρη.
Ένας βουβός ομιλητής,ένας μαντατοφόρος,
που κρώζοντας μηνύματα, μπορεί και μεταδίνει.
Των θαλασσών του σύμπαντος,δράστης και οδοιπόρος,
μοναδική μου συντροφιά,στου πέλαγου την δίνη..
Σαν πνεύμα που καλόκαρδα,στην απεραντοσύνη,
του ατέλειωτου μου ταξιδιού,στην νοερή μου πλάνη,
κρατά στα ολόλευκα φτερά,γνώση και σοφρωσύνη,
και την ραντίζει από ψηλά ,την διαφορά να κάνει.
Σαν μοσχολίβανο της γης,μου την σκορπά τ'αγέρι,
μέσα από την ανάσα μου ,περνά στα κύτταρά μου,
απλώνεται στο σώμα μου και στο δεξί μου χέρι,
κάθεται σαν χρυσόσκονη,επάνω στα μαλλιά μου..
Χαίρομαι που η σκέψη μου, άσπρα φτερά απλώνει,
που της ψυχής τα βλέμματα, όνειρα θεία βλέπουν.
Μια δίψα, λαίμαργη Θεά για μάθηση σκοτώνει,
συντρίβει ανομήματα που την ζωή διέπουν..
Μια αύρα αγνή,θαλασσινή,τα χνώτα ξεβρωμίζει,
σιγή σκεπάζει την μαβιά, ομίχλη που σιμώνει.
Κοιμήθηκαν οι άνεμοι,το πλοίο μου αρμενίζει,
μια κούραση αποχαύνωση,το νου περικυκλώνει.
Κοιτώ ψηλά στον ουρανό,απλώθηκαν σαν δίχτυ,
άστρα που το καθένα τους φεγγοβολά και τρέμει.
Στοχάζομαι πως έφτασε,πλέον το μεσονύχτι,
δεν βλέπω πια τον γλάρο μου,σαν παύσανε οι ανέμοι.
Σ'ένα νησί παράδεισο της γνώσης πλησιάζω,
εδώ θα ρίξω άγκυρα,τέλειωσαν τα ταξίδια.
Με δύναμη και θέληση την πίστη μου αλλάζω,
κατάλαβα πως η ζωή δεν είν,για όλους ίδια..
Ανυπάκουα βήματα!!!
Είναι στιγμές, που οι ανάσες παγώνουν...
Είναι στιγμές, που σκιές με κυκλώνουν...
Αναλώσιμη,άβουλη με άδεια πακέτα!!
Ξεπέφτω!! Της άδικης μοίρας ξεπέτα...
Σφίγγω τα δάκτυλα,οι αρθρώσεις ασπρίζουν!!
Κτυπάνε σαν κρόταλα,πονάνε και τρίζουν...
Ανυπάκουα βήματα!!!Τα πόδια δεν θένε,
να μπούνε στην άβυσσο,ανάβουνε,καίνε...
Η καρδιά μου αγώνα,ξεκινά στο σκοτάδι,
προσπαθεί ν ' αποφύγει το κακό το σημάδι...
Αχ!! Να μπορούσε, αληθινά να ξεφύγει,
σε γόνιμα εδάφη τον καημό της να πνίγει!!!
Ο λαξευτής της ψυχής μου, βαθιά με χαράσει..
Ακούνητη μένω,η μαύρη σκιά να περάσει...
Το πέτρινο βλέμμα,το σκληρό προσωπείο,
φοβίζει,πληγώνει, πελεκά το φορτίο,
που η ψυχή μου ακόμα σηκώνει!!Αντέχει,
παρ' όλο που ρίζα, το δέντρο δεν έχει....
Στο κρυσφύγετο πάλι τον φόβο θα κρύψω!!
Φεγγίτη στον ήλιο από πάνω θ 'ανοίξω!!!
Θ' ανάψω φωτιά, τους καημούς μου να κάψω,
εκεί στις σπηλιές το κορμί μου θα θάψω!!!
Κι εσένα, πληγή της ζωής μου, θα διώξω μακριά!!
Τα σφυριά δεν θ' αγγίξουν,ξανά την καρδιά...
Ασεβείς πόθοι
Στο τρυφερό κορμί σου
σαν κισσός θα σκαρφαλώσω,
στους λόφους της σαγήνης σου
τα χέρια θα σκαλώσω..
Θ'αγγίξω με τα χείλη μου,
την βελουδένια χλόη,
να σβήσει θέλω, έστω λίγο
εκείνη η φλόγα που με τρώει!
Να νιώσω τη δροσιά σου,
το χυμό σου ν'αναβλύζει,
του ερωτικού πυρήνα σου,
το λούλουδο ν' ανθίζει.
Nα δω δυο χείλη να ριγούν,
δυο μάτια να γλαρώνουν,
να δω στους ώμους σου φτερά
ψηλά να σε σηκώνουν.
Πάρε τη σάρκα μου να πεις,
δάγκωσε στήθη,χείλη,
στράγγισε την ανάσα μου,
ξεσφράγισε την πύλη!!
Να αισθανθώ το τρέμουλο,
του αχόρταγου βυθού σου,
το λιγωμένο σπάραγμα,
του ξαναμμένου νου σου..
Κόμποι ιδρώτα να κυλούν,
επάνω στο κορμί σου!
Ν'ανέβω στα ουράνια,
σαν τον τρελό μαζί σου!
Και ύστερα, αφού γευτώ,
το ευωδιαστό σου μύρο.
αποκαμωμένος πλάι σου,
στην κλίνη σου θα γείρω..
Ω Ξιπασμένε λογισμέ!!!
Καλώ σε στο ακρόγιαλο
να κατεβείς το βράδυ,
με χέρια θαλασσόπλυτα
στο τρυφερό σκοτάδι,
ν' αγγίξω ροδομάγουλα,
την Θεϊκή μορφή σου,
κι όσο βαθαίνει η νυχτιά,
να ενώνομαι μαζί σου.
Αργοπορείς! Λογομαχώ,
με κύματα που σβήνουν,
στην σμαραγδενια αμμουδιά,
μ 'άστρα που τρεμοσβήνουν.
Λόγια που δεν ξεστόμισα,
την γνώμη σου πεισμώνουν,
τ' ανάλαφρα πετάγματα,
των γλάρων με πληγώνουν!
Ω ξιπασμένε λογισμέ!!
Με ποια περίσσια χάρη,
αναζητάς το όνειρο;
Εγώ κι αυτή ζευγάρι;
Λογά μου αχαλίνωτε!
Ατίθαση μου σκέψη!
Θεόμακρο λευκό πανί,
σκορπώ να ταξιδέψει,
σ' ανταριασμένα κύματα!
Μισεύγω απ' τ' ακρογιάλι!
Πόνος θρασύς κι αρίφνητος,
επλάκωσε με πάλι.
Κρυστάλλινη σφαίρα..
Μοναχικός!! Στην έρημο μιας γκρίζας ουτοπίας,
ο πεζοπόρος έμοιαζε μ' ανθρώπινο ναυάγιο...
Βάδιζε αργά, καρφώνοντας την ράβδο της μαγείας,
στο ξαναμμένο έδαφος,με πίστη και κουράγιο..
Σφαίρα κρυστάλλινη,βαρειά,στο χέρι του κρατούσε,
και στο λαιμό κρεμότανε ένα πουγγί με γνώση..
Με το ραβδί το μαγικό,όλα τα προσπερνούσε,
αρκούσε ένα άγγιγμα για ν'απελευθερώσει,
το δρόμο του τον νοερό..Στη μέση τυλιγμένα,
είχε σαρίκια αραβικά και στο κεφάλι φέσι,
που σκέπαζε τα μάτια του τα ταλαιπωρημένα,
ένα κοφίνι έσερνε της μάγισσας πεσκέσι!!!
Της μάγισσας που ξόδειαζε το φως μ'αλλοφροσύνη,
κι έκανε την κρυστάλλινη την σφαίρα του να σβήσει..
Την γύρευε!!Του είπανε πως είχε πια ξεμείνει,
από γνώση κι η παράνοια την έφερε στην δύση,
σε μια έρημο ενόρασης,εδώ,στην εξορία!!
Ο ρασοφόρος ο αγνός, μπορούσε να την βρει!
Εκείνος ο ρακένδυτος, που Παναγιά Μαρία,
σε κάθε βήμα φώναζε,ζητώντας να την δει..
Ισως και να προλάβαινε ν' αρπάξει από κείνη,
εκείνο το παράξενο,το άστρο που φορούσε,
πάνω στην γκρίζα σάρκα της,που προκαλούσε οδύνη,
αφού το φως φυλάκιζε σ'οποιον την συναντούσε..
Την βρήκε;Την συνάντησε;Ο χρόνος θα το δείξει!
Αν λάμψει πάλι η σφαίρα του πριν την επιστροφή..
Εκείνος εν τω μεταξύ,κάθε χαρά έχει πνίξει,
αφού χωρίς την σφαίρα του στην λήθη θα χαθεί..
Οι ακόλουθοι του Πάνα
Κλιτή,σκυφτή και κατηφής,πανάρχαια Θεά!!
Με την ασπίδα της τιμής,του λόγου και της γνώσης,
θαμμένη σε μια κατάξερη,μι 'απέραντη ερημιά,
αφού κανείς δεν βρέθηκε, ικανός να του την δώσεις,
βαδίζεις προς το τέμενος του ιερού ναού σου!!
Η περικεφαλαία σου, ο χιτώνας σου!!!Κάτω στη γη αγγίζουν!
Ποιος κληρονόμος σκόρπισε, στα πέρατα τον νου σου,
και υιοθέτησε αρχές κι αξίες που κοστίζουν;
Θεά Αθηνά!!!Το δέντρο σου το ιερό έπαψε να καρπίζει!
Ο δε αδελφός σου ανακινεί θάλασσες και βυθούς!!
Ισορροπία ποιος κρατά;Αυτός που αποφασίζει,
πως τα καινούργια πρότυπα ταιριάζουν στους πιστούς;
Πάνσοφη και σκεπτόμενη Θεά μου φώτισέ με!
Σαν άστρο βγες!!Δώσε μου φως,ένα κερί άναψέ μου!
Στους δρόμους της ενόρασης,Θεά οδήγησέ με,
γυρίζω πίσω στα παλιά!!Το χέρι κράτησέ μου!!!
Σιγήσανε τα σήμαντρα,βουβάθηκε η καμπάνα,
κι εκείνοι οι επερχόμενοι Θεοί μετά απο σένα,
επέσανε σε μαρασμό!!Οι ακόλουθοι του Πάνα,
μπερδέψανε τις εποχές!Χορεύουν πια για μένα!!
Που ξέχασα!!!Με ανάγκασαν,τους λόγους του Σωκράτη!
Πρέπει να ξαναεπισκεφτώ,του Ιησού τον οίκον!
Στα άχρηστα ξενόφερτα να πω,κάνε ψυχή μου κράτει!!
Δεν είσαι εσύ απόγονος μαιμούδων και πιθήκων...
Ο γέρος φαροφύλακας
Ο γέρος φαροφύλακας,εξόριστος,
ζει με την μοναξιά του,
εκεί, στην απομόνωση,
στο στοιχειωμένο φάρο!!
Συχνά πυκνά ακολουθεί,
την ρότα η ματιά του,
των καραβιών που κυνηγούν,
στα κύματα το χάρο...
Βλέπει το σμήνος των πουλιών
που κρώζουν στα κατάρτια,
φασματικά οράματα
των παραλλήλων δρόμων!
Σημαίες, σύμβολα κρατών,
να κρέμονται στα ξάρτια,
φασμένες από θύελλες,
καταραμένων νόμων.
Ίσκιους θολούς! Σπαρακτικές
ελπίδες στον ιστό τους,
τοποθετούν και καρτερούν,
οι τυφώνες να κοπάσουν,
στο απέραντο αρχιπέλαγος,
ως τον προορισμό τους!
Οι ναύτες ονειρεύονται
στο σπίτι τους να φτάσουν..
Κάποιες φορές σκεπάζονται
απατηλή ομίχλη,
με αχνογάλανους ατμούς,
θολούς,μυστηριώδεις!!
Στομώνει η πυξίδα τους
και δρόμο πια δεν δείχνει,
στα πλοία που ξεβράζονται
σ'ακτές σκληρές,βραχώδεις..
Ήλιος θαμπός,μετέωρος,
στα παγωμένα φάσματα,
των ηφαιστειακών νησιών!!
Κι αέρηδες γεμάτη,
μια μοίρα Αχερούσια,
ωθεί στα μαύρα κλάσματα,
κάθε σκαρί που συναντά,
της θύελλας το μάτι...
Ο γέρος φαροφύλακας
το φως αναβοσβήνει,
που αντικατοπτρίζεται,
στα ταραγμένα ύδατα,!!
Στυγνός φονιάς η θάλασσα,
όλα τα καταπίνει,
με ελαφροπαιγνιδίσματα
και αδηφάγα κύματα...
Πόσα ναυάγια θλιβερά
στην μάχη του ανίσου,
τα γερασμένα μάτια του
είδαν από τον φάρο!!
Στ'άναστρα βάθη να κυλούν,
στις πύλες της αβύσσου,
με βούισμα εφιαλτικό,
να συναντούν τον χάρο...
Βιογραφικό
Κατάγομαι από τον Άγιο Νικόλαο Κρήτης,είμαι μαία στο επάγγελμα και εργάζομαι στο Κρατικό Νοσοκομείο Αγίου Νικολάου επί 35 συναπτά έτη. Είμαι παντρεμένη,μητέρα δυο παιδιων και γιαγιά δυο υπέροχων εγγονιών. Η ποίηση κι εγώ... Για μένα το να διαβάζω ή να γραφω είναι μια διέξοδος από την καθημερινότητα.Μ 'αρέσει να ονειρεύομαι ένα καλύτερο κόσμο και ταξιδεύω σ 'αυτόν με τη σκέψη μου,την οποία αποτυπώνω στο χαρτί.Οι λέξεις μου μοιάζουν με μπαλαρίνες που αν δεν έχουν αρμονία και μουσικότητα δεν έχουμε το επιθυμητό αποτέλεσμα. Δεν κατατάσσω τον εαυτό μου στους ποιητές, θα ήταν ιεροσυλία,όμως μ'αρέσει να γράφω. Κι ευτυχώς για μένα γνωρίζω αρκετά καλά την Ελληνική γλώσσα.